30 January 2023 | του Δημήτρη Τάκου (ΠΠΣ Ιστορίας και Εθνολογίας, Δ.Π.Θ.)
Η διασφάλιση ενός υψηλού βιοτικού επιπέδου και η βελτίωση των συνθηκών εργασίας αποτελούν βασικούς στόχους της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ). Ένα από τα κύρια εργαλεία για την υλοποίηση αυτών των στόχων, είναι η εξασφάλιση ενός επαρκούς και ισορροπημένου, ανάλογα με τις εκάστοτε συγκυρίες, κατώτατου μισθού. Ο κατώτατος μισθός έχει έναν επιπλέον ρόλο, αυτόν της διατήρησης της ισότητας και της εξάλειψης της επαγγελματικής εκμετάλλευσης, καθώς ο εργοδότης είναι νομικά υποχρεωμένος να καλύπτει ποσό ίσο ή άνω του θεσμοθετημένου κατώτατου μισθού. Οι δίκαιοι μισθοί, όπως συχνά αναφέρονται, είναι ένας θεσμός που προστατεύεται από την ίδια την Ευρωπαϊκή Αρχή στον πυλώνα των κοινωνικών δικαιωμάτων. Για τη διασφάλιση της τήρησης των παραπάνω, ευθύνη έχει το Σώμα Επιθεώρησης Εργασίας της κάθε χώρας, επιβάλλοντας ποινές δίωξης στους παραβάτες εργοδότες και παρέχοντας επαρκή, προσβάσιμη και ακριβή ενημέρωση προς όλους τους ευρωπαίους εργαζόμενους, αναφορικά με τα δικαιώματά τους.
Στην Ελλάδα ο κατώτατος μισθός αγγίζει τα 713 ευρώ (μεικτά) με καταβολή 14 μισθών, συγκριτικά με άλλες χώρες, όπως η Γερμανία που αγγίζει τα 2.080 ευρώ, η Γαλλία τα 1.678 ευρώ, η Σλοβενία τα 1.074 ευρώ και η Βουλγαρία τα 362.97 ευρώ κτλ. Αναφορικά με την υπόλοιπη Ευρώπη, παρατηρείται μία τεράστια ανομοιογένεια στις χώρες της Βαλτικής, της Βαλκανικής και της Ιβηρικής. Υπό το πρίσμα αυτό, τα αρμόδια όργανα της EE, εργάζονται για την εξάλειψη της μεγάλης διαφοράς στην οικονομική ψαλίδα, καθώς η ίση κατανομή του οικονομικού κεφαλαίου και ο περιορισμός της ανισότητας μόνο θετικά μπορεί να συνδράμει στο Ευρωπαϊκό Οικοδόμημα. Η παρατήρηση είναι ότι τις τελευταίες δεκαετίες ο κατώτατος μισθός έχει σημειώσει αύξηση στη συντριπτική πλειοψηφία των κρατών μελών.
Η Ένωση προέβη στα μέσα Οκτώβρη του 2022 στην έκδοση μιας νέας Οδηγίας (2022/2041) για τον καθορισμό του κατώτατου μισθού. Η εξέλιξη αυτή προέκυψε καθώς διαπιστώθηκε ότι σε σημαντικό αριθμό κρατών μελών, ο κατώτατος μισθός δεν ήταν επαρκής για τη συντήρηση μιας οικογένειας, υπό συγκεκριμένες συνθήκες. Με τις διεθνείς συγκυρίες να μην ευνοούν καθόλου τα μικρά και μεσαία στρώματα (πόλεμος στην Ουκρανία, πληθωρισμός, ενεργειακή κρίση), έπρεπε να ληφθούν επείγοντα μέτρα, σε ρόλο δικλείδων ασφαλείας για τη διασφάλιση του βιοτικού επιπέδου και της ανθρώπινης αξιοπρέπειας. Έχει παρατηρηθεί ότι η μισθολογική ανισότητα αυξάνεται σημαντικά όσον αφορά τόσο τους μετανάστες και το ανειδίκευτο εργατικό δυναμικό με χαμηλά προσόντα όσο και τις γυναίκες, αναδεικνύοντας την ανάγκη εξασφάλισης της ισότητας, ένα ζήτημα που απασχολεί ιδιαίτερα την Ένωση τα τελευταία χρόνια. Οι αποφάσεις λήφθηκαν στα πλαίσια της Ατζέντας 2030 για τη Βιώσιμη Ανάπτυξη, με σκοπό την προώθηση και την καλυτέρευση του κοινωνικού και εργασιακού επιπέδου όλων των εργαζομένων στην Ένωση, με ιδιαίτερη έμφαση στην ισότητα των δύο φύλων στο εργασιακό περιβάλλον, θεσπίζοντας έτσι ένα ισχυρό νομικό πλαίσιο. Πιο συγκεκριμένα, αυξάνεται η θωράκιση των εργασιακών δικαιωμάτων και τίθεται σε καθεστώς προστασίας το όριο του κατώτατου μισθού, συνεπώς αυξάνεται και ο βαθμός προστασίας των εργαζομένων. Οι συλλογικές διαπραγματεύσεις, προωθούνται σημαντικά για τον καθορισμό του κατώτατου μισθού, ώστε να διασφαλιστεί η μέγιστη εμπλοκή όλων των συμβαλλόμενων μερών και όχι μόνο των εργοδοτών ή του κράτους. Τα κράτη μέλη με χαμηλό ποσοστό συλλογικών διαπραγματεύσεων (κάτω του 80%), οφείλουν να χαράξουν ένα σχέδιο δράσης για την προώθησή τους. Εντός αυτού θα πρέπει να περιλαμβάνεται ξεκάθαρα ο χρονικός ορίζοντας υλοποίησης και τα μέτρα που θα παρθούν, ώστε να υπάρχει μεγαλύτερη κάλυψη από συλλογικές διαπραγματεύσεις στον εργασιακό τομέα. Βασικός στόχος είναι να βελτιωθούν οι εργασιακές συνθήκες και να συρρικνωθεί το επίπεδο φτώχειας των εργαζομένων. Αυτό προκύπτει από τη διαπίστωση ότι οι χώρες με χαμηλό δείκτη υποστήριξης των συλλογικών διαπραγματεύσεων παρέχουν ανεπαρκή κατώτατο μισθό, ενώ παρουσιάζουν και αξιοσημείωτα ποσοστά χαμηλού βιοτικού επιπέδου.
Αλλαγή φέρουν, επίσης, και τα συμβόλαια εργασίας που συνάπτουν οι εργαζόμενοι με τους εργοδότες τους, αναφορικά με τα προνόμια, τους μισθούς, τις άδειες, τις ώρες εργασίας, την ασφάλεια και τα λοιπά. Με τη νέα Οδηγία αυξάνεται η δυνατότητα κάλυψης των εργαζομένων, ιδιαίτερα σε ζητήματα κοινωνικής ασφάλισης και επαρκους μισθοδοσίας. Επιταγή αποτελεί επίσης, η αύξηση και η πραγματοποίηση τακτικών ελέγχων επιθεώρησης εργασίας, με σκοπό να τηρηθεί η κατευθυντήρια Οδηγία και να οδηγηθούν στη δικαιοσύνη οι παραβάτες κι όσοι καταπατούν την ανθρώπινη αξιοπρέπεια των εργαζομένων. Τα παραπάνω τρια σημεία αναγράφονται με λεπτομέρειες στη γραπτή απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που εγκρίθηκε με 505 ψήφους υπέρ, έναντι 92 κατά και 44 απουσιών.
Αν και η Οδηγία για την επάρκεια του κατώτατου μισθού (adequacy of statutory minimum wages) δίνει στα κράτη μέλη την ελευθερία για την επιλογή των εργαλείων και των μέσων διασφάλισης των στόχων της, τα κράτη μέλη πρέπει να διασφαλίσουν ότι αυτός θα επαρκεί για την αξιοπρεπή διαβίωση, λαμβάνοντας υπόψη τις επιμέρους οικονομικές συνθήκες, όπως τις τιμές, τους φόρους και το γενικό κόστος ζωής κάθε χώρας. Στην Οδηγία αυτή υπάγεται για παράδειγμα, το «καλάθι του καταναλωτή», που συνήθως είναι εργαλείο ελέγχου του πληθωρισμού και της οικονομικής ύφεσης. Ως εκ τούτου, διαπιστώνει κανείς πως η Ένωση δε θέτει ένα συγκεκριμένο επίπεδο, ούτε ορίζει αυστηρά πλαίσια για τη θέσπιση του κατώτατου μισθού. Αυτό, γίνεται για τον ευνόητο λόγο της οικονομικής και κοινωνικής ανομοιογένειας μεταξύ των κρατών μελών, που ευλόγως υφίσταται. Αντίθετα, στοχεύει στην επάρκεια και προτρέπει τα κράτη μέλη να επικαιροποιήσουν την εθνική τους νομοθεσία σχετικά με τον κατώτατο μισθό σεβόμενοι την Ενωσιακή Οδηγία και θέτοντας σαφή κριτήρια καθορισμού του.
Η Ευρώπη, όπως και ο κόσμος, έχει τεθεί σε μία νέα φάση ριζικών αλλαγών και ασύγκριτων σε σχέση με το πρόσφατο παρελθόν δοκιμών. Μετά την πανδημία, ήρθε ο πόλεμος, η ενεργειακή κρίση, ο πληθωρισμός, η οικονομική αβεβαιότητα. Η ΕΕ είναι οι πολίτες της. Ως εκ τούτου, σε μία προσπάθεια να διαφυλαχθεί η ραχοκοκαλιά του οικονομικού και κοινωνικού κορμού, που είναι οι εργαζόμενοί κάθε τομέα και κλάδου, πάρθηκαν μέτρα και αποφάσεις, με στόχο την εξισορρόπηση των οικονομικοκοινωνικών διαφορών και την επαναφορά της σταθερότητας σε όσους το έχουν περισσότερο ανάγκη. Μένει να διαπιστωθεί κατά πόσο τελικά θα έχουν αντίκτυπο οι αλλαγές αυτές, καθώς και ποια θα είναι τα επόμενα βήματα της Ένωσης. Ο κατώτατος μισθός, όπως έχει ήδη αναφερθεί, αποτελεί ένα σημαντικό εργαλείο για τη διασφάλιση της οικονομικής σταθερότητας, της ισότητας και της κοινωνικής ευημερίας. Υπό αυτό το πρίσμα, η Ενωμένη Ευρώπη, κινείται για την προστασία και την διεύρυνση του. Στο παρελθόν, έχει αποδειχθεί η ανθεκτικότητα της Ένωσης και η θέλησή της για ευελιξία και προσαρμοστικότητα. Ίσως αυτή να είναι η περίπτωση και τώρα.